- Γύθειο
- Παράλια κωμόπολη (υψόμ. 10 μ., 4.489 κάτ.) του νομού Λακωνίας. Αποτελεί έδρα του ομώνυμου δήμου, καθώς και λιμάνι στον δυτικό μυχό του Λακωνικού κόλπου· είναι χτισμένο στους πρόποδες του χαμηλού βουνού Κούμαρος.
Το Γ. είναι αρχαιότατος οικισμός. Η λέξη σημαίνει γη θεών (γύη θεών). Ο Παυσανίας γράφει πως χτίστηκε από τον Ηρακλή και τον Απόλλωνα. Το νησάκι Κρανάη, που βρίσκεται μπροστά από το Γ., μνημονεύεται από τον Όμηρο ως καταφύγιο του Πάρη και της Ελένης. Στους ιστορικούς χρόνους ήταν πολεμικό λιμάνι της Σπάρτης, που το κατέλαβαν οι Αθηναίοι το 456 π.Χ. · έπειτα το κατέλαβε ο Θηβαίος Επαμεινώνδας, μετά τη νίκη του στα Λεύκτρα, και αργότερα ξαναγύρισαν οι Σπαρτιάτες. Στον πόλεμο των Ρωμαίων εναντίον της Σπάρτης (195 π.Χ.) το κατέλαβαν οι Ρωμαίοι έπειτα από πολιορκία του Τ. Κοϊντίου Φλαμινίνου. Κατόπιν το ξαναπήραν οι Σπαρτιάτες και τελικά έγινε μέλος της Αχαϊκής Συμπολιτείας. Το 146 π.Χ. ακολούθησε την τύχη όλων των ελληνικών πόλεων και υποτάχθηκε στους Ρωμαίους. Έγινε τότε μία από τις πόλεις του Κοινού των Λακεδαιμονίων, που μετονομάστηκε επί Αυγούστου (22 π.Χ.) σε Κοινόν των Ελευθερολακώνων. Στην τουρκοκρατία, το Γ. ήταν γνωστό με την ονομασία Μαραθονήσι, ξαναπήρε όμως την παλαιά του ονομασία μετά την Επανάσταση. Στο Γ. και στην περιοχή του υπάρχουν αρκετά αξιοθέατα, όπως το κάστρο του Πασαβά, το αρχαίο θέατρο, το ιερό του Διός Καππώτου, το ύψωμα Άγιος Βασίλειος, όπου υπάρχουν λείψανα προϊστορικού οικισμού και μυκηναϊκών τειχών και άλλα τα οποία προκαλούν το ενδιαφέρον των τουριστών, οι οποίοι επισκέπτονται το Γ., ιδιαίτερα τους καλοκαιρινούς μήνες.
Μερική άποψη του Γυθείου, που είναι χτισμένο στο νότιο άκρο της Πελοποννήσσου.
Dictionary of Greek. 2013.